Με τα χέρια να μην ελέγχονται πια και το μυαλό να ταξιδεύει.
Φαινομενικά σε άλλους κόσμους.
Επιφανειακά πιο όμορφους.
Ουσιαστικά πιο χάρτινους.
Πιο φαιδρούς.
Μια καθημερινότητα στη σκόνη. Ούτε θυμάται γιατί τη διάλεξε τούτη την καθημερινότητα.
Το μόνο που θυμάται μες στη θολούρα των φαρμάκων είναι μια νύχτα με ένα φίλο του.
Τότε που τον είχε εγκαταλείψει η Ε. Τότε που ο πόνος του είχε γίνει αβάσταχτος και του τρυπούσε το μεδούλι. Εκείνη είχε φύγει για πάντα και ήθελε σε κάποιον να μιλήσει. Στο φίλο του. Περπατούσαν ώρες ατελείωτες. Εκείνος μιλούσε ακατάπαυστα κι ο φίλος του άκουγε. Μια στάση σε ένα περίπτερο για ένα πακέτο Malboro. Πιο κάτω του 'πε ο φίλος του: ''Ας κάνουμε ένα τσιγαράκι.''
Έτσι ξεκίνησε. Στην αρχή για να ξεχνιέται. Ήταν το φάρμακό του. Για να ακουμπά κάπου τη συναισθηματική αναπηρία του. Μετά το μυαλό του άρχισε να θολώνει. Οι αντιστάσεις του να κάμπτονται. Πέρασε στην ηρωϊνη. Στην αρχή με μικρές δόσεις. Ανούσια τρυπημένες στο νεανικό του κορμί. Σπαρταρούσε. Έτρεμε. Κι όμως άντεχε. Του φαινόταν πως έτσι θα συνέχιζε να απαλύνει τον πόνο του. Στη δουλειά του είχαν καταλάβει την απουσία του. Δεν άντεχε να τους βλέπει και παραιτήθηκε. Το σώμα και το μυαλό του πια ανέπνεαν για τη στιγμή που θα κυλήσει μέσα η άσπρη σκόνη. Το πρόσωπό του είχε αλλάξει. Σκλήρυνε και τα όμορφα πράσινα μάτια του απέμεναν σκιές μιας ομορφιάς που ο ίδιος είχε ξεχάσει πια. Τις προάλλες έμαθα πως μπήκε στο νοσοκομείο. Αιτιολογία κατάπτωση του ανοσοποιητικού και ασιτεία.
Δεν έτρωγε πια. Η μόνη του τροφή ήταν τα μάτια της σε μια φωτογραφία και η σκόνη. Άσπρη. Εκείνος ο νέος ο χαμογελαστός, αυτός που έμενε στην γειτονιά μου, είχε γίνει σκιά του ευατού του.
Με λεπτό πρόσωπο και δάχτυλα διάφανα. Μέσα στη ζάλη του μου 'πε πως είναι πια καμμένο χαρτί. Η σκόνη δούλευε ύπουλα στο κορμί του και τον διέλυε μέρα με τη μέρα. Όμως το μυαλό του τόλμησε και ξεστόμισε μια υπόσχεση.
''Θα ζήσω. Ό,τι κι αν μου κοστίσει. Θα παλέψω και θα βρω τον ευατό μου. Σιγά μα σταθερά κι αποφασιστικά. Το χρωστάω στη ζωή. Τις τρεις μέρες θα 'μαι στενοχωρημένος. Τις άλλες τρεις πραγματικά χαρούμενος. Θα πονάω μα και θα γελάω. Αληθινά.''
Έφυγα από το θάλαμο με ελπίδα. Είχε συνειδητοποιήσει τι έκανε και θα αγωνιζόταν να πολεμήσει τους δαίμονές του. Τουλάχιστον να μπορέσει μετά από τόσα χαμένα χρόνια να ανοίξει τα φτερά του. Κι ο ίδιος να γεμίσει ξανά τα κενά και να αναπληρώσει τα χαμένα χρόνια.
Σήμερα έχει πανσέληνο. Κάτι μου λέει ότι ο Ν. δεν θα ψελλίσει από το παράθυρό του για το ασημένιο φεγγάρι που χάθηκε στη σκόνη, μαζί με την αγάπη. Εκείνος και μερικοί ακόμα που τελευταία στιγμή θα δουν με αλλιώτικο μάτι τη σελήνη. Την ίδια τη ζωή.
Νέοι που με νύχια και δόντια θα γυρίσουν την πλάτη τους στη φαιδρότητα.
Παιδιά στην ουσία, που ζυγιάζουν τα βήματά τους πια, πιο βέβαια και σίγουρα.
Αν τους δείτε δίπλα σας, μην τους λυπηθείτε και νιώσετε μονάχα οίκτο.
Θα μπορούσε να ήταν και δικός σας γνωστός, φίλος, συγγενής.
Μονάχα σκύψτε στην αναπηρία τους και δώστε τους τη δύναμη να περπατήσουν στα δικά τους πόδια.
Λέφτεροι. Σαν το Ν.


Π.