Θυμάμαι ήταν Απρίλης όταν ένιωσα πρώτη φορά το ανθρώπινο βάρος σου
Το ανθρώπινο σώμα σου πηλό κι αμαρτία


ΑΞΙΟΝ ΕΣΤΙ το ρόπτρο-σκαραβαίος
το παράτολμο δόντι μες στο ψύχος του ήλιου
ο Απρίλης που ένιωσε ν’ αλλάζει φύλο
της πηγής το μπουμπούκι ό,τι που ανοίγε


Ο Απρίλης κ’ η Σελήνη μέσα στο άλσος
σμίξαν. Το μεσονύχτι μεθυσμένοι
πέρασαν μ’ ευθυμία.



Θα ‘ρθει ατέλειωτος Απρίλης
Σα γνώριμη δροσιά στα χείλη
Θα ‘ρθει ο χρόνος να σε πάρει
Σαν άνεμος απ’ το Βαρδάρη


Ένας ευαίσθητος Απρίλης
ένας αθέατος καιρός
γελάει το φρουρό της πύλης
και βγαίνει ήλιος λαμπερός.
Πετά τα ρούχα του στρατιώτη
φορά πουκάμισο λευκό
και στην αγάπη του την πρώτη
στέλνει ένα όνειρο γλυκό
Φέρνει μια ζάλη στους ανέμους
ανατριχίλα στο νερό
με την καρδιά στήνει πολέμους
και με τον έρωτα χορό.


Από τους κήπους κόβει βάγια
κι απ' την αυλή του πασχαλιές
για να στολίσει τα ναυάγια
που μείναν δίχως αγκαλιές.




Καλή Ανάσταση να 'χουμε.